Anonymous

ἐλύω: Difference between revisions

From LSJ
136 bytes added ,  9 August 2017
Bailly1_2
(6_5)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐλύω''': Ἀττ. ἑλύω, [[κυλίω]] (πρβλ. [[εἰλύω]]): ― ἐν χρήσει μόνον κατ’ ἀόρ. α΄ παθ., ῥυμὸς ἐπὶ γαῖαν ἐλύσθη, ἐξεκυλίσθη εἰς τὴν γῆν, Ἰλ. Ψ. 393· [[προπάροιθε]] ποδῶν Ἀχιλῆος ἐλυσθείς, «εἰλυθεὶς» (Σχόλ.), Ω. 510· λασίην ὑπὸ γαστέρ’ ἐλυσθείς, συστραφείς, «ζαρώσας», Ὀδ. Ι. 433· [[ἔρως]] ὑπὸ καρδίην ἐλυσθεὶς Ἀρχίλ. 94. ΙΙ. παρὰ μεταγ. Ἐπ. = [[εἰλύω]], [[τυλίσσω]], [[περιτυλίσσω]], [[καλύπτω]], ἐν κτερέεσσιν ἐλυσθεὶς Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 254· ἐν ψαμάθοισι [[αὐτόθι]] 1034· διὰ φλογὸς [[εἶθαρ]] ἐλ. ὁ αὐτ. Γ. 1313. Πρβλ. [[εἰλύω]] ἐν τέλει.
|lstext='''ἐλύω''': Ἀττ. ἑλύω, [[κυλίω]] (πρβλ. [[εἰλύω]]): ― ἐν χρήσει μόνον κατ’ ἀόρ. α΄ παθ., ῥυμὸς ἐπὶ γαῖαν ἐλύσθη, ἐξεκυλίσθη εἰς τὴν γῆν, Ἰλ. Ψ. 393· [[προπάροιθε]] ποδῶν Ἀχιλῆος ἐλυσθείς, «εἰλυθεὶς» (Σχόλ.), Ω. 510· λασίην ὑπὸ γαστέρ’ ἐλυσθείς, συστραφείς, «ζαρώσας», Ὀδ. Ι. 433· [[ἔρως]] ὑπὸ καρδίην ἐλυσθεὶς Ἀρχίλ. 94. ΙΙ. παρὰ μεταγ. Ἐπ. = [[εἰλύω]], [[τυλίσσω]], [[περιτυλίσσω]], [[καλύπτω]], ἐν κτερέεσσιν ἐλυσθεὶς Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 254· ἐν ψαμάθοισι [[αὐτόθι]] 1034· διὰ φλογὸς [[εἶθαρ]] ἐλ. ὁ αὐτ. Γ. 1313. Πρβλ. [[εἰλύω]] ἐν τέλει.
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. ao. Pass.</i><br />rouler, se rouler.<br />'''Étymologie:''' R. ϜελϜ, rouler ; cf. <i>lat.</i> volvo.
}}
}}