Anonymous

ἑλικός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_11)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑλῐκός''': ἡ, ον, ὁ περιδινούμενος, ἐπὶ ὕδατος, τὸ ἑλικοειδῆ ἔχον τὴν ῥεῦσιν, ἑλικώτατον [[ὕδωρ]] Αἰσήπου Καλλ. Ἀποσπ. 290· ἐπὶ χοροῦ, Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 1028. 65.
|lstext='''ἑλῐκός''': ἡ, ον, ὁ περιδινούμενος, ἐπὶ ὕδατος, τὸ ἑλικοειδῆ ἔχον τὴν ῥεῦσιν, ἑλικώτατον [[ὕδωρ]] Αἰσήπου Καλλ. Ἀποσπ. 290· ἐπὶ χοροῦ, Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 1028. 65.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui s’enroule <i>ou</i> se recourbe, sinueux.<br />'''Étymologie:''' [[ἕλιξ]].
}}
}}