3,277,636
edits
(6_19) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐξεταστής''': -οῦ, ὁ ἐξετάζων, ὁ σταθμίζων, ὁ ἀνακρίνων, ὧν ἐξετασταί τε καὶ κολασταὶ κατὰ νόμον εἰσὶν οἱ ἱεροφάνται Διον. Ἁλ. 2. 67, Πλούτ. Ἀγησ. 11. 2) ἔν τισι πολιτείαις = ἐλεγκτὴς δημοσίων λογαριασμῶν, [[λογιστής]], Ἀριστ. Πολιτικ. 6. 8, 16. 3) ἐν Ἀθήναις, ἄρχων οὗ [[ἔργον]] ἦν τὸ ἐξελέγχειν τὸν ἀριθμὸν τῶν μισθοφόρων (ξένων) [[ὅπως]] μὴ συμβαίνῃ [[κατάχρησις]] ἐν τῇ πληρωμῇ τοῦ μισθοῦ αὐτῶν, Αἰσχίν. 16. 7, Συλλ. Ἐπιγρ. 106 ([[ἔνθα]] ἴδε Böckh). Ἴδε καὶ Α. Β. 252. 6. | |lstext='''ἐξεταστής''': -οῦ, ὁ ἐξετάζων, ὁ σταθμίζων, ὁ ἀνακρίνων, ὧν ἐξετασταί τε καὶ κολασταὶ κατὰ νόμον εἰσὶν οἱ ἱεροφάνται Διον. Ἁλ. 2. 67, Πλούτ. Ἀγησ. 11. 2) ἔν τισι πολιτείαις = ἐλεγκτὴς δημοσίων λογαριασμῶν, [[λογιστής]], Ἀριστ. Πολιτικ. 6. 8, 16. 3) ἐν Ἀθήναις, ἄρχων οὗ [[ἔργον]] ἦν τὸ ἐξελέγχειν τὸν ἀριθμὸν τῶν μισθοφόρων (ξένων) [[ὅπως]] μὴ συμβαίνῃ [[κατάχρησις]] ἐν τῇ πληρωμῇ τοῦ μισθοῦ αὐτῶν, Αἰσχίν. 16. 7, Συλλ. Ἐπιγρ. 106 ([[ἔνθα]] ἴδε Böckh). Ἴδε καὶ Α. Β. 252. 6. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> qui examine, qui fait une enquête;<br /><b>2</b> <i>particul.</i> ἐξεταστὴς [[τῶν]] [[ξένων]] ESCHN magistrat chargé de vérifier le montant de la solde des troupes mercenaires, à Athènes;<br /><b>3</b> magistrat ayant pouvoir de contrôler d’autres magistrats (Samos).<br />'''Étymologie:''' [[ἐξετάζω]]. | |||
}} | }} |