Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εὐαής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_7)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐᾱής''': -ές, ([[ἄημι]]) [[εὐάερος]], [[δροσερός]], χώρῳ ἐν εὐαέϊ Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 597· [[νάπη]] Ποιητ. παρ’ Εὐσεβ. ἐν Εὐαγγ. Προπ. 445D. II. ἐνεργ., ἐπὶ ἀνέμου, ὁ εὐνοϊκῶς πνέων, [[οὔριος]], ἀντίθετον τῷ [[δυσαής]], Ἡρόδ. 2. 117, Εὐρ. Ἑλ. 1504: -μεταφ., [[εὐνοϊκός]], Ὕπνε... εὐαὲς ἡμῖν ἔλθοις [[μετὰ]] ᾰ, Σοφ. Φιλ. 828.
|lstext='''εὐᾱής''': -ές, ([[ἄημι]]) [[εὐάερος]], [[δροσερός]], χώρῳ ἐν εὐαέϊ Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 597· [[νάπη]] Ποιητ. παρ’ Εὐσεβ. ἐν Εὐαγγ. Προπ. 445D. II. ἐνεργ., ἐπὶ ἀνέμου, ὁ εὐνοϊκῶς πνέων, [[οὔριος]], ἀντίθετον τῷ [[δυσαής]], Ἡρόδ. 2. 117, Εὐρ. Ἑλ. 1504: -μεταφ., [[εὐνοϊκός]], Ὕπνε... εὐαὲς ἡμῖν ἔλθοις [[μετὰ]] ᾰ, Σοφ. Φιλ. 828.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />au souffle favorable.<br />'''Étymologie:''' [[εὖ]], [[ἄημι]].
}}
}}