Anonymous

εὐθυντήριος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_4)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐθυντήριος''': -α, -ον, ὁ ποιῶν τι εὐθύ, διευθύνων, κυβερνῶν, [[σκῆπτρον]] Αἰσχύλ. Πέρσ. 764· - εὐθυντηρία, ἡ, τὸ [[μέρος]] τοῦ πλοίου [[ἔνθα]] ἦτο προσηρμοσμένον στερεῶς τὸ [[πηδάλιον]], Εὐρ. Ι. Τ. 1356.
|lstext='''εὐθυντήριος''': -α, -ον, ὁ ποιῶν τι εὐθύ, διευθύνων, κυβερνῶν, [[σκῆπτρον]] Αἰσχύλ. Πέρσ. 764· - εὐθυντηρία, ἡ, τὸ [[μέρος]] τοῦ πλοίου [[ἔνθα]] ἦτο προσηρμοσμένον στερεῶς τὸ [[πηδάλιον]], Εὐρ. Ι. Τ. 1356.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui sert à diriger, à gouverner.<br />'''Étymologie:''' [[εὐθυντήρ]].
}}
}}