3,277,286
edits
(6_22) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὔληρα''': -ων, τά, ἀρχαία Ἐπικ. [[λέξις]] ἀβεβαίου ἀρχῆς ἀντὶ τοῦ κοινοῦ [[ἡνία]], ἐν δ’ αὐτὸς ἔχων [[εὔληρα]] βέβηκε Ἰλ. Ψ. 481, Κόïντ. Σμ. 4. 508., 9. 156· Δωρ. [[αὔληρα]], Ἐπίχ. παρὰ τῷ Μεγ. Ἐτυμ. 393, καὶ ὡς [[διάφορος]] γραφ. ἐν Ἰλ., Ἡσύχ. (Ἴσως ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐξ ἧς τὸ εὐλή). | |lstext='''εὔληρα''': -ων, τά, ἀρχαία Ἐπικ. [[λέξις]] ἀβεβαίου ἀρχῆς ἀντὶ τοῦ κοινοῦ [[ἡνία]], ἐν δ’ αὐτὸς ἔχων [[εὔληρα]] βέβηκε Ἰλ. Ψ. 481, Κόïντ. Σμ. 4. 508., 9. 156· Δωρ. [[αὔληρα]], Ἐπίχ. παρὰ τῷ Μεγ. Ἐτυμ. 393, καὶ ὡς [[διάφορος]] γραφ. ἐν Ἰλ., Ἡσύχ. (Ἴσως ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐξ ἧς τὸ εὐλή). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ων ([[τά]]) :<br />rênes, guides.<br />'''Étymologie:''' apparenté à [[εἰλέω]] de la R. ϜελϜ, rouler.<br /><i><b>Syn.</b></i> [[ἡνία]]². | |||
}} | }} |