3,274,123
edits
(6_9) |
(Bailly1_2) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὑρεσιλογία''': ἡ, [[ἱκανότης]] περὶ τὴν εὕρεσιν λέξεων, εὐφράδεια, Εὐγλωττία, Πολύβ. 18. 29, 3, Διόδ. 1. 37, κτλ.: - σοφιστικὴ [[χρῆσις]] τῶν λέξεων, [[ἱκανότης]] ἢ [[ἐμπειρία]] εἰς τὸν σχηματισμὸν λογοπαιγνίων, Πλούτ. 2. 1033Β, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 2. 20, 35· - εὑρησιλογία [[εἶναι]] συχνὴ διάφ. γραφή. | |lstext='''εὑρεσιλογία''': ἡ, [[ἱκανότης]] περὶ τὴν εὕρεσιν λέξεων, εὐφράδεια, Εὐγλωττία, Πολύβ. 18. 29, 3, Διόδ. 1. 37, κτλ.: - σοφιστικὴ [[χρῆσις]] τῶν λέξεων, [[ἱκανότης]] ἢ [[ἐμπειρία]] εἰς τὸν σχηματισμὸν λογοπαιγνίων, Πλούτ. 2. 1033Β, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 2. 20, 35· - εὑρησιλογία [[εἶναι]] συχνὴ διάφ. γραφή. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />habileté à trouver des raisons <i>ou</i> des paroles, facilité de parole.<br />'''Étymologie:''' [[εὑρίσκω]], [[λόγος]]. | |||
}} | }} |