Anonymous

ἐφίδρωσις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_8)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐφίδρωσις''': -εως, ἡ, ἡ ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ἢ τὸν θώρακα γινομένη ἐλαφρὰ [[ἵδρωσις]], [[ἐνίοτε]] δὲ καὶ ἐπὶ ὅλου τοῦ σώματος, Πλουτ. Βροῦτ. 25. Γαλην.
|lstext='''ἐφίδρωσις''': -εως, ἡ, ἡ ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ἢ τὸν θώρακα γινομένη ἐλαφρὰ [[ἵδρωσις]], [[ἐνίοτε]] δὲ καὶ ἐπὶ ὅλου τοῦ σώματος, Πλουτ. Βροῦτ. 25. Γαλην.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />transpiration facile <i>ou</i> abondante.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ἱδρόω]].
}}
}}