Anonymous

εὐτροφία: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_10)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐτροφία''': ἡ, καλὴ [[τροφή]], ἀνθηρὰ [[κατάστασις]], [[εὐεξία]], τῶν σωμάτων, τῶν ψυχῶν Πλάτ. Πρωτ. 531 Α, κἑξ., πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 8, 6, κ. ἀλλ.˙ ἴδε [[εὐτραφέω]].
|lstext='''εὐτροφία''': ἡ, καλὴ [[τροφή]], ἀνθηρὰ [[κατάστασις]], [[εὐεξία]], τῶν σωμάτων, τῶν ψυχῶν Πλάτ. Πρωτ. 531 Α, κἑξ., πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 8, 6, κ. ἀλλ.˙ ἴδε [[εὐτραφέω]].
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> action de bien nourrir, bonne nourriture;<br /><b>2</b> état d’un être bien nourri, bonne constitution, force.<br />'''Étymologie:''' [[εὔτροφος]].
}}
}}