Anonymous

ἡσυχιότης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_12)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἡσῠχιότης''': -ητος, ἡ, = [[ἡσυχία]], Πλάτ. Χαρμ. 159Β κἑξ.· ἡσ. τινός, αἱ εἰρηνικαὶ [[αὐτοῦ]] διαθέσεις, Λυσ. 175. 27.
|lstext='''ἡσῠχιότης''': -ητος, ἡ, = [[ἡσυχία]], Πλάτ. Χαρμ. 159Β κἑξ.· ἡσ. τινός, αἱ εἰρηνικαὶ [[αὐτοῦ]] διαθέσεις, Λυσ. 175. 27.
}}
{{bailly
|btext=ητος (ἡ) :<br />caractère doux, tranquille.<br />'''Étymologie:''' [[ἡσύχιος]].
}}
}}