3,277,759
edits
(6_1) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''θεμιστεύω''': [[ἀπονέμω]] τὸ δίκαιον, δικαιοδοτῶ, Λατ. jus dicere, [[μετὰ]] δοτ., Μίνωα ἴδον... θεμιστεύοντα νέκυσσιν Ὀδ. Λ. 569˙ [[μετὰ]] γεν., εἶμαι [[δικαστής]], θεμιστεύει δὲ [[ἕκαστος]] παίδων ἠδ’ ἀλόχων Ὀδ. Ι. 114. ΙΙ. ἐπὶ θεῶν, χρησμοδοτῶ, νημερτέα βουλὴν πᾶσι θεμιστεύειν Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλωνα 253, πρβλ. 293˙ οὕτω παρὰ πεζοῖς, Λυσίας παρ’ Ἁρπ.˙ - ἀπολ., [[παρέχω]] χρησμούς, Εὐρ. Ἴωνι 371, Πλούτ. Ἀλεξ. 14, Χρησμ. παρ’ Αἰλ. Π. Ἱστ. 3. 43. - Πρβλ. [[θεμιτεύω]]. | |lstext='''θεμιστεύω''': [[ἀπονέμω]] τὸ δίκαιον, δικαιοδοτῶ, Λατ. jus dicere, [[μετὰ]] δοτ., Μίνωα ἴδον... θεμιστεύοντα νέκυσσιν Ὀδ. Λ. 569˙ [[μετὰ]] γεν., εἶμαι [[δικαστής]], θεμιστεύει δὲ [[ἕκαστος]] παίδων ἠδ’ ἀλόχων Ὀδ. Ι. 114. ΙΙ. ἐπὶ θεῶν, χρησμοδοτῶ, νημερτέα βουλὴν πᾶσι θεμιστεύειν Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλωνα 253, πρβλ. 293˙ οὕτω παρὰ πεζοῖς, Λυσίας παρ’ Ἁρπ.˙ - ἀπολ., [[παρέχω]] χρησμούς, Εὐρ. Ἴωνι 371, Πλούτ. Ἀλεξ. 14, Χρησμ. παρ’ Αἰλ. Π. Ἱστ. 3. 43. - Πρβλ. [[θεμιτεύω]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> rendre la justice : τινι à qqn ; <i>p. ext.</i> être juge <i>ou</i> chef de, gouverner;<br /><b>2</b> rendre des oracles.<br />'''Étymologie:''' [[θέμις]]. | |||
}} | }} |