Anonymous

θύρασι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_20)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θύρᾱσι''': -σιν, Ἐπίρρ. ([[θύρα]]) ἐν τῇ θύρᾳ, ἔξω, ἐκτός, Λατ. foris, Ἀριστοφ. Σφηξ. 891, Εἰρ. 942, 1023, κ. ἀλλ. 2) ἔξω τῆς οἰκίας, ἔξω τῆς χώρας, Εὐρ. Ἠλ. 1074. - Συχνάκις γραφόμενον [[ἐσφαλμένως]] θύραισι, ἴδε Elmsl. εἰς Σοφ. Ο. Κ. 401.
|lstext='''θύρᾱσι''': -σιν, Ἐπίρρ. ([[θύρα]]) ἐν τῇ θύρᾳ, ἔξω, ἐκτός, Λατ. foris, Ἀριστοφ. Σφηξ. 891, Εἰρ. 942, 1023, κ. ἀλλ. 2) ἔξω τῆς οἰκίας, ἔξω τῆς χώρας, Εὐρ. Ἠλ. 1074. - Συχνάκις γραφόμενον [[ἐσφαλμένως]] θύραισι, ἴδε Elmsl. εἰς Σοφ. Ο. Κ. 401.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> à la porte, dehors;<br /><b>2</b> au dehors, à l’étranger.<br />'''Étymologie:''' [[θύρα]], -σι.
}}
}}