Anonymous

καινολογία: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καινολογία''': ἡ, καινὸς [[τρόπος]] τοῦ λέγειν, [[ἀσυνήθης]], [[παράδοξος]] φρασιολογία, Πολύβ. 38. 1, 1, Διον. Ἁλ. π. Λυσ. σ. 458· ― καινολόγος, ον, μεταχειριζόμενος [[νέας]] φράσεις, Εὐστ. 1801. 27.
|lstext='''καινολογία''': ἡ, καινὸς [[τρόπος]] τοῦ λέγειν, [[ἀσυνήθης]], [[παράδοξος]] φρασιολογία, Πολύβ. 38. 1, 1, Διον. Ἁλ. π. Λυσ. σ. 458· ― καινολόγος, ον, μεταχειριζόμενος [[νέας]] φράσεις, Εὐστ. 1801. 27.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />langage nouveau, nouvelle manière de s’exprimer.<br />'''Étymologie:''' [[καινός]], [[λόγος]].
}}
}}