ἰσοδαίτης: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_19)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἰσοδαίτης''': -ου, ὁ, ([[δαίω]]), ὁ δίδων ἢ μοιράζων εἰς πάντας ἐξ ἴσου, ἐπίθ. τοῦ Διονύσου καὶ Πλούτωνος, Πλούτ. 2. 389Α, Ἡσύχ., Ἁρποκρ.· ἴδε Λοβεκ. Ἀγλαοφ. 622. ― [[Κατὰ]] τὸ Ρητορικ. Λεξ. σ. 267. 3 : «ἰσοδταίης Θεός, ὁ [[ἥλιος]] (δηλ. ὁ [[Ἀπόλλων]]) ὁ τὸν ἴσον ἑκάστῳ θάνατον διανέμων». ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., ὁ μερίζων ἢ μοιράζων τὸ [[κρέας]] εἰς τὴν τράπεζαν, Λουκ. Ἐπιστ. Κρον. 32, 36.
|lstext='''ἰσοδαίτης''': -ου, ὁ, ([[δαίω]]), ὁ δίδων ἢ μοιράζων εἰς πάντας ἐξ ἴσου, ἐπίθ. τοῦ Διονύσου καὶ Πλούτωνος, Πλούτ. 2. 389Α, Ἡσύχ., Ἁρποκρ.· ἴδε Λοβεκ. Ἀγλαοφ. 622. ― [[Κατὰ]] τὸ Ρητορικ. Λεξ. σ. 267. 3 : «ἰσοδταίης Θεός, ὁ [[ἥλιος]] (δηλ. ὁ [[Ἀπόλλων]]) ὁ τὸν ἴσον ἑκάστῳ θάνατον διανέμων». ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., ὁ μερίζων ἢ μοιράζων τὸ [[κρέας]] εἰς τὴν τράπεζαν, Λουκ. Ἐπιστ. Κρον. 32, 36.
}}
{{bailly
|btext=ου;<br /><b>1</b> qui distribue à tous également;<br /><b>2</b> écuyer tranchant.<br />'''Étymologie:''' [[ἴσος]], [[δαίω]].
}}
}}