Anonymous

καταγλαΐζω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_20)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταγλᾰΐζω''': ποιῶ τι ἀγλαόν, [[καταλαμπρύνω]], Ἀνθ. Π. 11. 64, κτλ.- Παθ., κατηγλαϊσμένοι, κατακεκοσμημένοι, λαμπρῶς ἐνδεδυμένοι, Κωμ. Ἀνών. 60.
|lstext='''καταγλᾰΐζω''': ποιῶ τι ἀγλαόν, [[καταλαμπρύνω]], Ἀνθ. Π. 11. 64, κτλ.- Παθ., κατηγλαϊσμένοι, κατακεκοσμημένοι, λαμπρῶς ἐνδεδυμένοι, Κωμ. Ἀνών. 60.
}}
{{bailly
|btext=faire briller, illuminer ; glorifier.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ἀγλαΐζω]].
}}
}}