3,277,286
edits
(6_17) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''καμπύλοχος''': -ον, ἔχων καμπύλους τροχούς, ἐπὶ το ἀρότρου, Ὀρφ. παρὰ Κλή. Ἀλ. 675, ἐν τέλ. (κατὰ Λοβ. ἀντὶ τῆς ἡμαρτημένης γραφῆς καμπυλόχρως). | |lstext='''καμπύλοχος''': -ον, ἔχων καμπύλους τροχούς, ἐπὶ το ἀρότρου, Ὀρφ. παρὰ Κλή. Ἀλ. 675, ἐν τέλ. (κατὰ Λοβ. ἀντὶ τῆς ἡμαρτημένης γραφῆς καμπυλόχρως). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=[ῠ] ον,<br />aux roues arrondies, ORPH. (CLÉM. 675).<br />'''Étymologie:''' [[καμπύλος]], [[ὄχος]]. | |||
}} | }} |