3,277,291
edits
(6_7) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατακονδῠλίζω''': ἐπιτεταμ. ἀντὶ [[κονδυλίζω]], διὰ τῶν κονδύλων ἢ [[γρόνθων]] κτυπῶ, κονδύλοις [[καταβάλλω]], κατακεκονδύλισται, [[ὥστε]] ἔχειν τὰ τῶν κονδύλων ἴχνη τοῦ Μειδίου ἔτι φανερὰ Αἰσχίν. 84, 22. | |lstext='''κατακονδῠλίζω''': ἐπιτεταμ. ἀντὶ [[κονδυλίζω]], διὰ τῶν κονδύλων ἢ [[γρόνθων]] κτυπῶ, κονδύλοις [[καταβάλλω]], κατακεκονδύλισται, [[ὥστε]] ἔχειν τὰ τῶν κονδύλων ἴχνη τοῦ Μειδίου ἔτι φανερὰ Αἰσχίν. 84, 22. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=abattre d’un coup de poing, frapper à coups de poing.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[κονδυλίζω]]. | |||
}} | }} |