Anonymous

κατάδυσις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_8)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατάδῠσις''': -εως, ἡ, ἡ ὑπὸ τὸ [[ὕδωρ]] καταβύθισις, [[δύσις]], ἐπὶ ἀστέρων, Ἵππαρχ. εἰς Ἄρατ.·―[[κατάβασις]], Λουκ. π. Ἀληθ. Ἱστ. 1. 33. ΙΙ. [[κρύπτη]], ὀπή, ὁ αὐτ. ἐν Ἔρωσι 34, Ἀθήν. 477D.
|lstext='''κατάδῠσις''': -εως, ἡ, ἡ ὑπὸ τὸ [[ὕδωρ]] καταβύθισις, [[δύσις]], ἐπὶ ἀστέρων, Ἵππαρχ. εἰς Ἄρατ.·―[[κατάβασις]], Λουκ. π. Ἀληθ. Ἱστ. 1. 33. ΙΙ. [[κρύπτη]], ὀπή, ὁ αὐτ. ἐν Ἔρωσι 34, Ἀθήν. 477D.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de s’enfoncer <i>ou</i> d’être englouti.<br />'''Étymologie:''' [[καταδύω]].
}}
}}