Anonymous

καταρροή: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_9)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταρροή''': ἡ πρὸς τὰ [[κάτω]] ῥοή, [[ῥεῦσις]], κατ. ποταμοῦ ὀξυτάτη Ἀριστ. π. Φυτ. 2. 1, 4, Αἰσώπ. Μῦθ. 342.
|lstext='''καταρροή''': ἡ πρὸς τὰ [[κάτω]] ῥοή, [[ῥεῦσις]], κατ. ποταμοῦ ὀξυτάτη Ἀριστ. π. Φυτ. 2. 1, 4, Αἰσώπ. Μῦθ. 342.
}}
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br />cours d’un fleuve.<br />'''Étymologie:''' [[καταρρέω]].
}}
}}