3,277,637
edits
(6_13a) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''καταπλουτίζω''': μέλλ. -ιῶ, [[μεγάλως]] [[πλουτίζω]], τινὰ Ἡρόδ. 6. 132· μεγάλοις δώροις τινὰ κ. Ξεν. Οἰκ. 4. 7· καὶ [[μετὰ]] γεν. τοῦ πράγματος, κατεπλούτισε τὴν κτίσιν τῆς ἁγιστείας αὑτοῦ Ἀνδρ. [[Κρήτ]]. σ. 115C. | |lstext='''καταπλουτίζω''': μέλλ. -ιῶ, [[μεγάλως]] [[πλουτίζω]], τινὰ Ἡρόδ. 6. 132· μεγάλοις δώροις τινὰ κ. Ξεν. Οἰκ. 4. 7· καὶ [[μετὰ]] γεν. τοῦ πράγματος, κατεπλούτισε τὴν κτίσιν τῆς ἁγιστείας αὑτοῦ Ἀνδρ. [[Κρήτ]]. σ. 115C. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=rendre très riche.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[πλουτίζω]]. | |||
}} | }} |