Anonymous

κατήφεια: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_23)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατήφεια''': Ἰων. καὶ Ἐπικ. -είη ἢ -ίη ῑ, ἡ, ([[κατηφής]])·― [[λύπη]], [[θλῖψις]] μετ’ αἰσχύνης, [[βαρυθυμία]], τὸ καταιβάζειν τὰ ὄμματα, [[σκυθρωπότης]], ([[λύπη]] [[κάτω]] βλέπειν ποιοῦσα Πλούτ. 2. 528Ε)· ὁ Ὅμηρ. ἀντιτίθησι τῇ χαρᾷ καὶ συνάπτει τῷ ὀνείδει, δυσμενέσιν μὲν [[χάρμα]], κατηφείην δὲ σοὶ αὐτῷ Ἰλ. Γ. 51· κατ. καὶ [[ὄνειδος]] Π. 498, Ρ. 556· κ. τέ τις καὶ [[κατάμεμψις]] σφῶν αὐτῶν πολλὴ ἦν Θουκ. 7. 75· [[δυσθυμία]] καὶ κ. Πλουτ. Θεμιστ… 9· [[ἄχος]] καὶ κ. δεινὴ ὁ αὐτ. ἐν Κορ. 20· κ. καὶ [[σύννοια]] Φίλων 2. 204· [[κατηφίη]] καὶ ὀϊζὺς Ριανὸς παρὰ Στοβ. 54. 13·- ὁ Ἡσύχ.: «[[κατήφεια]]· [[αἰσχύνη]]. [[αἰδώς]]. [[στυγνότης]]. [[ὄνειδος]]. [[ἀνία]]».
|lstext='''κατήφεια''': Ἰων. καὶ Ἐπικ. -είη ἢ -ίη ῑ, ἡ, ([[κατηφής]])·― [[λύπη]], [[θλῖψις]] μετ’ αἰσχύνης, [[βαρυθυμία]], τὸ καταιβάζειν τὰ ὄμματα, [[σκυθρωπότης]], ([[λύπη]] [[κάτω]] βλέπειν ποιοῦσα Πλούτ. 2. 528Ε)· ὁ Ὅμηρ. ἀντιτίθησι τῇ χαρᾷ καὶ συνάπτει τῷ ὀνείδει, δυσμενέσιν μὲν [[χάρμα]], κατηφείην δὲ σοὶ αὐτῷ Ἰλ. Γ. 51· κατ. καὶ [[ὄνειδος]] Π. 498, Ρ. 556· κ. τέ τις καὶ [[κατάμεμψις]] σφῶν αὐτῶν πολλὴ ἦν Θουκ. 7. 75· [[δυσθυμία]] καὶ κ. Πλουτ. Θεμιστ… 9· [[ἄχος]] καὶ κ. δεινὴ ὁ αὐτ. ἐν Κορ. 20· κ. καὶ [[σύννοια]] Φίλων 2. 204· [[κατηφίη]] καὶ ὀϊζὺς Ριανὸς παρὰ Στοβ. 54. 13·- ὁ Ἡσύχ.: «[[κατήφεια]]· [[αἰσχύνη]]. [[αἰδώς]]. [[στυγνότης]]. [[ὄνειδος]]. [[ἀνία]]».
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> honte;<br /><b>2</b> découragement;<br /><b>3</b> tristesse.<br />'''Étymologie:''' [[κατηφής]].
}}
}}