Anonymous

κορβᾶν: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_1)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κορβᾶν''': (ἄκλιτ.), Ἑβραϊκὴ [[λέξις]], [[δῶρον]] ἢ [[ἀφιέρωμα]] ἢ προσφορὰ πρὸς λατρείαν τοῦ Θεοῦ, Εὐαγγ. κ. Μάρκ. ζ΄, 11· ― [[ἐντεῦθεν]] κορβανᾶς, ὁ, τὸ [[ταμεῖον]] τοῦ ναοῦ ἐν [[Ἱερουσαλήμ]], Εὐαγγ. κ. Ματθ. κζ΄, 6, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 2. 9, 4.
|lstext='''κορβᾶν''': (ἄκλιτ.), Ἑβραϊκὴ [[λέξις]], [[δῶρον]] ἢ [[ἀφιέρωμα]] ἢ προσφορὰ πρὸς λατρείαν τοῦ Θεοῦ, Εὐαγγ. κ. Μάρκ. ζ΄, 11· ― [[ἐντεῦθεν]] κορβανᾶς, ὁ, τὸ [[ταμεῖον]] τοῦ ναοῦ ἐν [[Ἱερουσαλήμ]], Εὐαγγ. κ. Ματθ. κζ΄, 6, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 2. 9, 4.
}}
{{bailly
|btext=(ὁ) :<br /><i>c.</i> [[κορβανᾶς]].
}}
}}