3,271,364
edits
(6_8) |
(Bailly1_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κρότησις''': -εως, ἡ, [[κτύπημα]], [[κροῦσις]] χειρῶν, εἰς [[σημεῖον]] θλίψεως, στεναγμοὺς ἱέντα σὺν δακρύοις καὶ κροτήσεσι χειρῶν Πλάτ. Ἀξίοχ. 365Α· ψύξεις καὶ κροτήσεις (σιδήρου καὶ χαλκοῦ) Φίλων ἐν Ἀρχ. Μαθ. 71· τοῦ πνεύματος Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 166 Schäf. | |lstext='''κρότησις''': -εως, ἡ, [[κτύπημα]], [[κροῦσις]] χειρῶν, εἰς [[σημεῖον]] θλίψεως, στεναγμοὺς ἱέντα σὺν δακρύοις καὶ κροτήσεσι χειρῶν Πλάτ. Ἀξίοχ. 365Α· ψύξεις καὶ κροτήσεις (σιδήρου καὶ χαλκοῦ) Φίλων ἐν Ἀρχ. Μαθ. 71· τοῦ πνεύματος Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 166 Schäf. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> claquement ; <i>particul.</i> applaudissement;<br /><b>2</b> <i>t. de méc.</i> battage, martelage, écrouissage (d’un métal).<br />'''Étymologie:''' [[κροτέω]]. | |||
}} | }} |