Anonymous

κολοσσιαῖος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_1)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κολοσσιαῖος''': ([[οὐδέποτε]] κολοσσαῖος, Λοβ. εἰς Φρύν. 542), α, ον, κολοσσοῦ [[μέγεθος]] ἔχων, Διόδ. 11. 72, κτλ.
|lstext='''κολοσσιαῖος''': ([[οὐδέποτε]] κολοσσαῖος, Λοβ. εἰς Φρύν. 542), α, ον, κολοσσοῦ [[μέγεθος]] ἔχων, Διόδ. 11. 72, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />de colosse, colossal.<br />'''Étymologie:''' [[κολοσσός]].
}}
}}