Anonymous

κτύπημα: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_22)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κτύπημα''': ῠ, τό, = [[κτύπος]], βροντῆς Κριτίας 9. 32˙ κτ. τυμπάνων Δίων Κ. 51. 17˙ κτ. χειρὸς Εὐρ. Ἀνδ. 1212˙ ἴδε [[κτύπος]] ἐν τέλ.
|lstext='''κτύπημα''': ῠ, τό, = [[κτύπος]], βροντῆς Κριτίας 9. 32˙ κτ. τυμπάνων Δίων Κ. 51. 17˙ κτ. χειρὸς Εὐρ. Ἀνδ. 1212˙ ἴδε [[κτύπος]] ἐν τέλ.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />bruit produit par un choc, bruit retentissant, fracas.<br />'''Étymologie:''' [[κτυπέω]].
}}
}}