Anonymous

λύθεν: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_6)
 
(Bailly1_3)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''λύθεν''': Ἐπικ. γ΄ πληθ. παθητ. ἀόρ. α΄ τοῦ ῥήμ. λύω˙ - ἀλλὰ λυθέν, οὐδ. μετοχ. παθ. ἀόρ. α΄.
|lstext='''λύθεν''': Ἐπικ. γ΄ πληθ. παθητ. ἀόρ. α΄ τοῦ ῥήμ. λύω˙ - ἀλλὰ λυθέν, οὐδ. μετοχ. παθ. ἀόρ. α΄.
}}
{{bailly
|btext=<i>3ᵉ pl. épq. ao. Pass. de</i> [[λύω]].
}}
}}