Anonymous

μελάγχλαινος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_17)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μελάγχλαινος''': -ον, ὁ ἔχων μέλαιναν χλαῖναν, Μόσχ. 3. 27. ΙΙ. οἱ Μελάγχλαινοι, Σκυθικόν τι [[ἔθνος]] παρ’ Ἡροδ. 4. 20, κτλ.
|lstext='''μελάγχλαινος''': -ον, ὁ ἔχων μέλαιναν χλαῖναν, Μόσχ. 3. 27. ΙΙ. οἱ Μελάγχλαινοι, Σκυθικόν τι [[ἔθνος]] παρ’ Ἡροδ. 4. 20, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />au manteau noir.<br />'''Étymologie:''' [[μέλας]], [[χλαῖνα]].
}}
}}