Anonymous

μετάδρομος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_18)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μετάδρομος''': -ον, ὁ τρέχων κατόπιν, καταδιώκων, ἐκδικούμενος διά τι, [[τιμωρός]], πανουργημάτων κ. κύνες Σοφ. Ἠλ. 1387.
|lstext='''μετάδρομος''': -ον, ὁ τρέχων κατόπιν, καταδιώκων, ἐκδικούμενος διά τι, [[τιμωρός]], πανουργημάτων κ. κύνες Σοφ. Ἠλ. 1387.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui poursuit <i>surtout à propos de chiens de chasse</i>, gén..<br />'''Étymologie:''' [[μεταδραμεῖν]].
}}
}}