Anonymous

μολόχινος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_11)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μολόχῐνος''': -η, -ον, ὁ ἔχων τὸ [[χρῶμα]] τῆς μολόχης, μολόχινα (δηλ. ἱμάτια), τά, Ἀρρ. Περίπλ. Ἐρυθρ. Θαλ. 5.
|lstext='''μολόχῐνος''': -η, -ον, ὁ ἔχων τὸ [[χρῶμα]] τῆς μολόχης, μολόχινα (δηλ. ἱμάτια), τά, Ἀρρ. Περίπλ. Ἐρυθρ. Θαλ. 5.
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />fait de fibre de mauve (tissu) ; couleur de mauve (tissu).<br />'''Étymologie:''' [[μολόχιον]].
}}
}}