Anonymous

νυκτίπλαγκτος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_18)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''νυκτίπλαγκτος''': -ον, ὁ προξενῶν νυκτερινὰς περιπλανήσεις, ὁ ἐξεγείρων ἀπὸ τῆς κοίτης, [[πόνος]] Αἰσχύλ. Ἀγ. 330˙ δείματα Χο. 524˙ κελεύσματα [[αὐτόθι]] 751˙ - [[ἀλλά]], ν. [[εὐνή]], [[ἀνήσυχος]] [[κλίνη]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀγ. 12.
|lstext='''νυκτίπλαγκτος''': -ον, ὁ προξενῶν νυκτερινὰς περιπλανήσεις, ὁ ἐξεγείρων ἀπὸ τῆς κοίτης, [[πόνος]] Αἰσχύλ. Ἀγ. 330˙ δείματα Χο. 524˙ κελεύσματα [[αὐτόθι]] 751˙ - [[ἀλλά]], ν. [[εὐνή]], [[ἀνήσυχος]] [[κλίνη]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀγ. 12.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> où l’on erre <i>ou</i> sur quoi l’on s’agite pendant la nuit;<br /><b>2</b> qui erre <i>ou</i> s’agite pendant la nuit.<br />'''Étymologie:''' [[νύξ]], [[πλάζω]].
}}
}}