3,270,341
edits
(6_2) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συνεπηχέω''': [[ὁμοῦ]] ἠχῶ, [[συνοδεύω]] παιᾶνα μὲ τὸν ἦχον τῆς φωνῆς μου, [[συμψάλλω]], ὁ μὲν ἐξῆρχε παιᾶνα, οἱ δὲ πάντες συνεπήχησαν Ξεν. Κύρ. 3. 3, 58, πρβλ. 7. 1, 25· κορυφαίου κατάρξαντος συνεπηχεῖ πᾶς ὁ χορὸς ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν Ἀριστ. π. Κόσμ. 6. 20· ― μεταφ., ἀποτελῶ συνήχησιν, συμφωνίαν μετά τινος, Πλούτ. 2. 44D, Θεμίστ. 218Α. ΙΙ. ἀντηχῶ, ἀντιλαλῶ, οἴκων ὁ [[κάλλιστος]] ἐς ὑποδοχὴν λόγων [[ἀναπεπταμένος]]... [[ἠρέμα]] καὶ αὐτὸς [[ὥσπερ]] τὰ ἄντρα συνεπηχῶν Λουκ. π. Οἴκ. 3, πρβλ. Δίωνα Κ. 66. 22, κλπ. | |lstext='''συνεπηχέω''': [[ὁμοῦ]] ἠχῶ, [[συνοδεύω]] παιᾶνα μὲ τὸν ἦχον τῆς φωνῆς μου, [[συμψάλλω]], ὁ μὲν ἐξῆρχε παιᾶνα, οἱ δὲ πάντες συνεπήχησαν Ξεν. Κύρ. 3. 3, 58, πρβλ. 7. 1, 25· κορυφαίου κατάρξαντος συνεπηχεῖ πᾶς ὁ χορὸς ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν Ἀριστ. π. Κόσμ. 6. 20· ― μεταφ., ἀποτελῶ συνήχησιν, συμφωνίαν μετά τινος, Πλούτ. 2. 44D, Θεμίστ. 218Α. ΙΙ. ἀντηχῶ, ἀντιλαλῶ, οἴκων ὁ [[κάλλιστος]] ἐς ὑποδοχὴν λόγων [[ἀναπεπταμένος]]... [[ἠρέμα]] καὶ αὐτὸς [[ὥσπερ]] τὰ ἄντρα συνεπηχῶν Λουκ. π. Οἴκ. 3, πρβλ. Δίωνα Κ. 66. 22, κλπ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br /><b>1</b> chanter tous ensemble en chœur ; <i>particul.</i> approuver par des applaudissements unanimes;<br /><b>2</b> faire écho, résonner.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἐπηχέω]]. | |||
}} | }} |