3,274,873
edits
(6_8) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προσευκαιρέω''': ἔχω καιρὸν κατάλληλον ἢ εὐκαιρίαν διὰ…, Λατ. vacare, τινι, διά τι [[πρᾶγμα]], Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 22, 72, Πλούτ. 2. 316 Α, 1149D˙ πρ. χωρίοις, συχνάζειν, [[αὐτόθι]] 1150Β. | |lstext='''προσευκαιρέω''': ἔχω καιρὸν κατάλληλον ἢ εὐκαιρίαν διὰ…, Λατ. vacare, τινι, διά τι [[πρᾶγμα]], Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 22, 72, Πλούτ. 2. 316 Α, 1149D˙ πρ. χωρίοις, συχνάζειν, [[αὐτόθι]] 1150Β. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br />vaquer à, s’adonner à, τινι : προσευκαιρεῖν χωρίοις PLUT fréquenter le pays.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[εὐκαιρέω]]. | |||
}} | }} |