3,277,172
edits
(6_3) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τετράπορος''': [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας πόρους, ὀπὰς ἢ εἰσόδους, ἁψῖδες Ἀνθολ. Π. 6. 696. ΙΙ. ὁ ἐρχόμενος ἐκ τεσσάρων μερῶν, κατὰ τέσσαρας διευθύνσεις πνέων, ἄνεμοι [[αὐτόθι]] 656. | |lstext='''τετράπορος''': [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας πόρους, ὀπὰς ἢ εἰσόδους, ἁψῖδες Ἀνθολ. Π. 6. 696. ΙΙ. ὁ ἐρχόμενος ἐκ τεσσάρων μερῶν, κατὰ τέσσαρας διευθύνσεις πνέων, ἄνεμοι [[αὐτόθι]] 656. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />à quatre ouvertures <i>ou</i> passages.<br />'''Étymologie:''' [[τέσσαρες]], [[πόρος]]. | |||
}} | }} |