3,277,226
edits
(6_14) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὀκτάπους''': ὁ, ἡ, -πουν, τό, ὁ ἔχων ὀκτὼ πόδας, Βατραχομ. 310, Ἀνθ. Π. 6. 196· ― ὁ δύο βοῶν καὶ μιᾶς ἁμάξης [[δεσπότης]] παρὰ Σκύθαις, Λουκ. Σκύθ. Ι. | |lstext='''ὀκτάπους''': ὁ, ἡ, -πουν, τό, ὁ ἔχων ὀκτὼ πόδας, Βατραχομ. 310, Ἀνθ. Π. 6. 196· ― ὁ δύο βοῶν καὶ μιᾶς ἁμάξης [[δεσπότης]] παρὰ Σκύθαις, Λουκ. Σκύθ. Ι. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ους, ουν ; <i>gén.</i> ὀκτάποδος<br />qui possède un attelage à huit pieds, <i>càd</i> une paire de bœufs.<br />'''Étymologie:''' [[ὀκτώ]], [[πούς]]. | |||
}} | }} |