Anonymous

συναμφότεροι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_4)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συναμφότεροι''': -αι, -α, ἀμφότεροι [[ὁμοῦ]], Θέογν. 818, Ἡρόδ. 1. 147., 3. 97, κ. ἀλλ., καὶ Ἀττ.· τὰ ξ. Πλάτ. Φίληβ. 46C, κτλ. 2) ἑνικ., ἐπὶ περιληπτικῆς σημασίας, ὁ ξ. [[βίος]] [[αὐτόθι]] 22Α· τὸ ξ. = [[συναμφότεροι]], ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 209Β, ἐν Τιμ. 87Ε ἢ [[ἄνευ]] τοῦ ἄρθρου, ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 400C· τοῦτο συναμφότερον, ἡ ἡνωμένη αὕτη [[δύναμις]], Δημ. 22. 6.
|lstext='''συναμφότεροι''': -αι, -α, ἀμφότεροι [[ὁμοῦ]], Θέογν. 818, Ἡρόδ. 1. 147., 3. 97, κ. ἀλλ., καὶ Ἀττ.· τὰ ξ. Πλάτ. Φίληβ. 46C, κτλ. 2) ἑνικ., ἐπὶ περιληπτικῆς σημασίας, ὁ ξ. [[βίος]] [[αὐτόθι]] 22Α· τὸ ξ. = [[συναμφότεροι]], ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 209Β, ἐν Τιμ. 87Ε ἢ [[ἄνευ]] τοῦ ἄρθρου, ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 400C· τοῦτο συναμφότερον, ἡ ἡνωμένη αὕτη [[δύναμις]], Δημ. 22. 6.
}}
{{bailly
|btext=αι, α;<br />les uns et les autres ensemble, tous les deux ensemble ; <i>au sg. collect.</i> qui concerne deux personnes <i>ou</i> deux choses ensemble.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], ἀμφότεροι.
}}
}}