Anonymous

οἴησις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_8)
(Bailly1_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''οἴησις''': -εως, ἡ, ([[οἴομαι]]) = [[δόξα]], γνώμη, «[[ἰδέα]]», Πλάτ. Φαίδων 92Α, Φαῖδρ. 244C ἰδίως ἐσφαλμένη γνώμη, πιθ. γραφὴ ἐν Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Λυκόφρ. 8˙ ἀντίθετ. πρὸς τὸ σαφῶς εἰδέναι Ἀριστ. Ρητ. πρ. Ἀλέξ. 15, 4. ΙΙ. [[οἴημα]], [[ὑπερηφανία]], [[ἀλαζονεία]], [[ἔπαρσις]], Εὐρ. Ἀποσπ. 644, Ἡράκλειτ. παρὰ Διογ. Λ. 9. 7, Βίων [[αὐτόθι]] 4. 50˙ ἴδε Wytt. εἰς Πλούτ. 2. 39D.
|lstext='''οἴησις''': -εως, ἡ, ([[οἴομαι]]) = [[δόξα]], γνώμη, «[[ἰδέα]]», Πλάτ. Φαίδων 92Α, Φαῖδρ. 244C ἰδίως ἐσφαλμένη γνώμη, πιθ. γραφὴ ἐν Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Λυκόφρ. 8˙ ἀντίθετ. πρὸς τὸ σαφῶς εἰδέναι Ἀριστ. Ρητ. πρ. Ἀλέξ. 15, 4. ΙΙ. [[οἴημα]], [[ὑπερηφανία]], [[ἀλαζονεία]], [[ἔπαρσις]], Εὐρ. Ἀποσπ. 644, Ἡράκλειτ. παρὰ Διογ. Λ. 9. 7, Βίων [[αὐτόθι]] 4. 50˙ ἴδε Wytt. εἰς Πλούτ. 2. 39D.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> pensée, opinion;<br /><b>2</b> haute opinion de soi-même, présomption.<br />'''Étymologie:''' [[οἴομαι]].
}}
}}