Anonymous

ὀρθόπολις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_8)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀρθόπολις''': -εως, ὁ, ἡ, ὁ τῇ [[ἑαυτοῦ]] δικαιοσύνῃ ὀρθῶν καὶ σῴζων τὰς πόλεις, Πινδ. Ο. 2. 14, πρβλ. ἐρυσίπολις, σῳζόπολις.
|lstext='''ὀρθόπολις''': -εως, ὁ, ἡ, ὁ τῇ [[ἑαυτοῦ]] δικαιοσύνῃ ὀρθῶν καὶ σῴζων τὰς πόλεις, Πινδ. Ο. 2. 14, πρβλ. ἐρυσίπολις, σῳζόπολις.
}}
{{bailly
|btext=εως (ὁ, ἡ)<br />qui dirige sagement la Cité.<br />'''Étymologie:''' [[ὀρθός]], [[πόλις]].
}}
}}