Anonymous

πανίμερος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_16)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πᾰνίμερος''': -ον, [[ὅλως]] [[ἐράσμιος]], [[ἀγαπητός]], Ἀνθολ. Π. 2. 169, πιθαν. γραφὴ παρὰ Μανέθωνι 5. 78. ΙΙ. ὁ [[πλήρης]] ἐπιθυμίας, φλεγόμενος ὑπὸ ἐπιθυμίας, [[σφόδρα]] ἐπιθυμῶν, ὅρα [[πανήμερος]].
|lstext='''πᾰνίμερος''': -ον, [[ὅλως]] [[ἐράσμιος]], [[ἀγαπητός]], Ἀνθολ. Π. 2. 169, πιθαν. γραφὴ παρὰ Μανέθωνι 5. 78. ΙΙ. ὁ [[πλήρης]] ἐπιθυμίας, φλεγόμενος ὑπὸ ἐπιθυμίας, [[σφόδρα]] ἐπιθυμῶν, ὅρα [[πανήμερος]].
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui est tout désir, plein d’amour.<br />'''Étymologie:''' [[πᾶν]], [[ἵμερος]].
}}
}}