Anonymous

πανδήμιος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_17)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πανδήμιος''': -ον, ὁ ἀνήκων εἰς σύμπαντα τὸν λαόν, ἢ ὁ ἐξ ὅλου τοῦ λαοῦ, [[δημόσιος]], ἦλθε δ’ ἐπὶ πτωχὸς [[πανδήμιος]], ἐπαιτῶν παρὰ πάντων, [[δημόσιος]] [[ἐπαίτης]], (ὡς οἱ King’s Bedesmen ἐν Σκωτίᾳ), Ὀδ. Σ. 1· π. [[πόλις]], ἡ [[πόλις]] [[μετὰ]] πάντων τῶν κατοίκων αὐτῆς, Σοφ. Ἀντ. 1141· π. [[ἦμαρ]], [[ἡμέρα]] καθ’ ἢν ἑορτάζει [[ἅπας]] ὁ [[δῆμος]], Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω, 10. 22· π. [[ἄγρη]], [[ἄγρα]] παντὸς εἴδους ἰχθύων, Ἀνθ. Π. 9. 383.
|lstext='''πανδήμιος''': -ον, ὁ ἀνήκων εἰς σύμπαντα τὸν λαόν, ἢ ὁ ἐξ ὅλου τοῦ λαοῦ, [[δημόσιος]], ἦλθε δ’ ἐπὶ πτωχὸς [[πανδήμιος]], ἐπαιτῶν παρὰ πάντων, [[δημόσιος]] [[ἐπαίτης]], (ὡς οἱ King’s Bedesmen ἐν Σκωτίᾳ), Ὀδ. Σ. 1· π. [[πόλις]], ἡ [[πόλις]] [[μετὰ]] πάντων τῶν κατοίκων αὐτῆς, Σοφ. Ἀντ. 1141· π. [[ἦμαρ]], [[ἡμέρα]] καθ’ ἢν ἑορτάζει [[ἅπας]] ὁ [[δῆμος]], Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω, 10. 22· π. [[ἄγρη]], [[ἄγρα]] παντὸς εἴδους ἰχθύων, Ἀνθ. Π. 9. 383.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui va par tout le peuple : [[πτωχός]] OD qui mendie par tout le peuple, <i>ou pê</i> dans tous les pays.<br />'''Étymologie:''' [[πᾶν]], [[δῆμος]].
}}
}}