Anonymous

πάραντα: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πάραντα''': Ἐπίρρ., ἐκτὸς τῆς εὐθείας ὁδοῦ, πολλὰ δ’[[ἄναντα]] [[κάταντα]] πάραντά τε, δόχμιά τ’ ἦλθον Ἰλ. Ψ. 116, ἀλλὰ κατὰ τὰ Ἑνετικὰ Σχόλ. «[[πάραντα]], [[μήτε]] ἀνωφερῆ [[μήτε]] κατωφερῆ, ἀλλὰ εὐθύτομα», κατὰ δὲ τὸν Ἡσύχ. «τὰ παρὰ τὰ [[ἀντικρύ]], [[οἷον]] πλάγια, τὰ παρατετραμμένα τῆς εὐθείας ὁδοῦ».
|lstext='''πάραντα''': Ἐπίρρ., ἐκτὸς τῆς εὐθείας ὁδοῦ, πολλὰ δ’[[ἄναντα]] [[κάταντα]] πάραντά τε, δόχμιά τ’ ἦλθον Ἰλ. Ψ. 116, ἀλλὰ κατὰ τὰ Ἑνετικὰ Σχόλ. «[[πάραντα]], [[μήτε]] ἀνωφερῆ [[μήτε]] κατωφερῆ, ἀλλὰ εὐθύτομα», κατὰ δὲ τὸν Ἡσύχ. «τὰ παρὰ τὰ [[ἀντικρύ]], [[οἷον]] πλάγια, τὰ παρατετραμμένα τῆς εὐθείας ὁδοῦ».
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />de côté.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[ἄντα]].
}}
}}