Anonymous

παροίτερος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_4)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παροίτερος''': -α, -ον, συγκρ. τοῦ πάροιθι, ὁ εὑρισκόμενος ἔμπροσθέν τινος, παροίτεροι, «[[μᾶλλον]] [[ἔμπροσθεν]]» (Σχόλ.), Ἰλ. Ψ. 459, 480· [[μετὰ]] γενικ., παροιτέρη Ἰονίοιο, [[ἔμπροσθεν]], Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 982. - Ἐπίρρ. παροιτέρω, [[πέραν]], περαιτέρω ἢ, [[μετὰ]] γεν , ὁ αὐτ. 2. 686. 2) ἐπὶ χρόνου, [[πρότερος]], ἀρχαιότερος, Γρηγ. Ναζ. 982. ΙΙ. ὑπερθ. πᾰροίτατος, η, ον, πρῶτος, ὁ [[πρότερος]] παντὸς ἄλλου, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 910., Β. 29.
|lstext='''παροίτερος''': -α, -ον, συγκρ. τοῦ πάροιθι, ὁ εὑρισκόμενος ἔμπροσθέν τινος, παροίτεροι, «[[μᾶλλον]] [[ἔμπροσθεν]]» (Σχόλ.), Ἰλ. Ψ. 459, 480· [[μετὰ]] γενικ., παροιτέρη Ἰονίοιο, [[ἔμπροσθεν]], Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 982. - Ἐπίρρ. παροιτέρω, [[πέραν]], περαιτέρω ἢ, [[μετὰ]] γεν , ὁ αὐτ. 2. 686. 2) ἐπὶ χρόνου, [[πρότερος]], ἀρχαιότερος, Γρηγ. Ναζ. 982. ΙΙ. ὑπερθ. πᾰροίτατος, η, ον, πρῶτος, ὁ [[πρότερος]] παντὸς ἄλλου, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 910., Β. 29.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />qui est plus en avant.<br />'''Étymologie:''' [[πάρος]].
}}
}}