Anonymous

περικλύζω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_2)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περικλύζω''': [[λούω]] χύνων [[ὕδωρ]] ὁλόγυρα, [[περιλούω]], τὸ [[παιδίον]] ὕδατι π. Ἀριστ. π. Θαυμασ. 91· - Παθ., περιβρέχομαι, ἐπὶ νήσου, Θουκ. 6. 3· ἐπὶ πορθμοῦ, Πλουτ. Μαρ. 36· μὴ περικλύζοιο θαλάσσης πεπταμένῳ πελάγει, δηλ. μὴ ἀποτόλμα νὰ ἐξέλθῃς εἰς ἀνοικτὸν [[πέλαγος]], Ἄρατ. 287.
|lstext='''περικλύζω''': [[λούω]] χύνων [[ὕδωρ]] ὁλόγυρα, [[περιλούω]], τὸ [[παιδίον]] ὕδατι π. Ἀριστ. π. Θαυμασ. 91· - Παθ., περιβρέχομαι, ἐπὶ νήσου, Θουκ. 6. 3· ἐπὶ πορθμοῦ, Πλουτ. Μαρ. 36· μὴ περικλύζοιο θαλάσσης πεπταμένῳ πελάγει, δηλ. μὴ ἀποτόλμα νὰ ἐξέλθῃς εἰς ἀνοικτὸν [[πέλαγος]], Ἄρατ. 287.
}}
{{bailly
|btext=baigner tout autour.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[κλύζω]].
}}
}}