Anonymous

περιαλγής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιαλγής''': -ές, ([[ἄλγος]]) ὁ αἰσθανόμενος σφοδρὸν [[ἄλγος]], [[σφόδρα]] τεθλιμμένος, [[περίλυπος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[περιχαρής]], Πλάτ. Πολ. 462Β, πρβλ. Πλουτ. Φάβ. 6. ― Ἐπίρρ. -γῶς, Δίων Κ. 78. 24.
|lstext='''περιαλγής''': -ές, ([[ἄλγος]]) ὁ αἰσθανόμενος σφοδρὸν [[ἄλγος]], [[σφόδρα]] τεθλιμμένος, [[περίλυπος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[περιχαρής]], Πλάτ. Πολ. 462Β, πρβλ. Πλουτ. Φάβ. 6. ― Ἐπίρρ. -γῶς, Δίων Κ. 78. 24.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />tout à fait affligé.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ἄλγος]].
}}
}}