3,274,313
edits
(6_15) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑπόσκιος''': -ον, (σκιὰ) ὁ ὑπὸ σκιάν, [[σύσκιος]], σκιερός, ὑπ. ἐν ψυκτηρίοις Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 145· νιφάδι... ὑπ. θήσει χθόνα [[αὐτόθι]] 196. 8· ὑπ. στόματα, ἐπὶ ἱκετῶν, ἐσκιασμένα μὲ τοὺς ἐξ ἐλαίας κλάδους των (ἱκετηρίαι), ὁ αὐτ. ἐν Ἱκέτ. 658, πρβλ. 354· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[ὑπαίθριος]], Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 1. 17, 3· ὑπ. περίπατοι Πλουτ. Ἀλέξ. 7· ― ἐν Ἐν Ἀλκίφρονι 1. 39, [[ἀναγνωστέον]] ὑπὶ συσκίοις. | |lstext='''ὑπόσκιος''': -ον, (σκιὰ) ὁ ὑπὸ σκιάν, [[σύσκιος]], σκιερός, ὑπ. ἐν ψυκτηρίοις Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 145· νιφάδι... ὑπ. θήσει χθόνα [[αὐτόθι]] 196. 8· ὑπ. στόματα, ἐπὶ ἱκετῶν, ἐσκιασμένα μὲ τοὺς ἐξ ἐλαίας κλάδους των (ἱκετηρίαι), ὁ αὐτ. ἐν Ἱκέτ. 658, πρβλ. 354· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[ὑπαίθριος]], Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 1. 17, 3· ὑπ. περίπατοι Πλουτ. Ἀλέξ. 7· ― ἐν Ἐν Ἀλκίφρονι 1. 39, [[ἀναγνωστέον]] ὑπὶ συσκίοις. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />ombreux.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], [[σκιά]]. | |||
}} | }} |