Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

περιωδευμένως: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_6)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιωδευμένως''': Ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ [[περιοδεύω]], διὰ περιστροφῶν, διὰ τρόπου περιστροφικοῦ, Πλούτ. 2. 537D.
|lstext='''περιωδευμένως''': Ἐπίρρ. μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ [[περιοδεύω]], διὰ περιστροφῶν, διὰ τρόπου περιστροφικοῦ, Πλούτ. 2. 537D.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />par un long circuit.<br />'''Étymologie:''' περιωδευμένος, part. pf. Pass. de [[περιοδεύω]].
}}
}}