Anonymous

περιψάω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_5)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιψάω''': ἀπαρ. -ψῆν, [[σπογγίζω]] ὁλόγυρα, [[σπογγίζω]] καὶ [[καθαρίζω]], τὠφθαλμιδίω περιψῆν Ἀριστοφ. Ἱππ. 909· τὰ βλέφαρα περιέψησεν ὁ αὐτ. ἐν Πλ. 730.
|lstext='''περιψάω''': ἀπαρ. -ψῆν, [[σπογγίζω]] ὁλόγυρα, [[σπογγίζω]] καὶ [[καθαρίζω]], τὠφθαλμιδίω περιψῆν Ἀριστοφ. Ἱππ. 909· τὰ βλέφαρα περιέψησεν ὁ αὐτ. ἐν Πλ. 730.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />frotter <i>ou</i> essuyer tout autour, étriller.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ψήχω]].
}}
}}