Anonymous

πιθάκνη: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_10)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πῐθάκνη''': ἡ, Ἀττ. φῐδάκνη, Μοῖρις, Φώτ. ([[ὁπόθεν]] ὁ [[τύπος]] [[οὗτος]] [[ἐπανορθωτέος]] παρὰ τῷ Ἀριστοφ.)· Λακων. πῐσάκνα· Ἡσύχ.· ([[πίθος]])· ― [[εἶδος]] πίθου οἰνοδόχου, «κρασοπίθαρον», Ἀριστοφ. Πλ. 546, Ἴων παρ’ Ἀθην. 495Β· ἐχρησίμευε καὶ πρὸς ἐναπόθεσιν σύκων καὶ τῶν τοιούτων, Δημ. 871. 22, πρβλ. Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Ποιητῇ» 2: [[ἐντεῦθεν]] παρ’ Ἀριστοφ. Ἱππ. 792, οἰκεῖν ἐν ταῖς πιθάκναις, ζῆν ἐντὸς πίθου, ὡς πτωχοί τινες Ἀθηναῖοι ἠναγκάζοντο νὰ πράττωσι κατὰ τὸν Πελοποννησιακὸν πόλεμον, πρβλ. Θουκ. 2. 14, 17· π. ἰατρική, [[κιβώτιον]] φαρμάκων, Γαλην. ― Τύπος τις πιθακνίς, ίδος, ἡ, Ἀττ. φιδακνίς, μνημονεύεται παρὰ [[Πολυδ]]. Ι΄, 74, 131· καὶ ὑποκορ. πιθάκνιον, τό, ἀπαντᾷ παρ’ Εὐβούλῳ ἐν Ἀδήλ. 7, Ὑπερείδ., Λουκ. κλ. (Ἡ [[λέξις]] [[εἶναι]] ὑποκορ. τοῦ [[πίθος]], ὡς τὸ [[πολίχνη]] τοῦ [[πόλις]], Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Ἱππ. ἔνθ’ ἀνωτ.).
|lstext='''πῐθάκνη''': ἡ, Ἀττ. φῐδάκνη, Μοῖρις, Φώτ. ([[ὁπόθεν]] ὁ [[τύπος]] [[οὗτος]] [[ἐπανορθωτέος]] παρὰ τῷ Ἀριστοφ.)· Λακων. πῐσάκνα· Ἡσύχ.· ([[πίθος]])· ― [[εἶδος]] πίθου οἰνοδόχου, «κρασοπίθαρον», Ἀριστοφ. Πλ. 546, Ἴων παρ’ Ἀθην. 495Β· ἐχρησίμευε καὶ πρὸς ἐναπόθεσιν σύκων καὶ τῶν τοιούτων, Δημ. 871. 22, πρβλ. Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Ποιητῇ» 2: [[ἐντεῦθεν]] παρ’ Ἀριστοφ. Ἱππ. 792, οἰκεῖν ἐν ταῖς πιθάκναις, ζῆν ἐντὸς πίθου, ὡς πτωχοί τινες Ἀθηναῖοι ἠναγκάζοντο νὰ πράττωσι κατὰ τὸν Πελοποννησιακὸν πόλεμον, πρβλ. Θουκ. 2. 14, 17· π. ἰατρική, [[κιβώτιον]] φαρμάκων, Γαλην. ― Τύπος τις πιθακνίς, ίδος, ἡ, Ἀττ. φιδακνίς, μνημονεύεται παρὰ [[Πολυδ]]. Ι΄, 74, 131· καὶ ὑποκορ. πιθάκνιον, τό, ἀπαντᾷ παρ’ Εὐβούλῳ ἐν Ἀδήλ. 7, Ὑπερείδ., Λουκ. κλ. (Ἡ [[λέξις]] [[εἶναι]] ὑποκορ. τοῦ [[πίθος]], ὡς τὸ [[πολίχνη]] τοῦ [[πόλις]], Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Ἱππ. ἔνθ’ ἀνωτ.).
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />petit tonneau.<br />'''Étymologie:''' [[πίθος]].
}}
}}