Anonymous

ῥοδοδάκτυλος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_16)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥοδοδάκτῠλος''': -ον, ἐπίθ. τῆς Ἠοῦς παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡσ., ἡ ἔχουσα ῥοδίνους δακτύλους, πρβλ. Nitzsch εἰς Ὀδ. Β. 1· [[Κύπρις]] Κόλουθ. 98.
|lstext='''ῥοδοδάκτῠλος''': -ον, ἐπίθ. τῆς Ἠοῦς παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡσ., ἡ ἔχουσα ῥοδίνους δακτύλους, πρβλ. Nitzsch εἰς Ὀδ. Β. 1· [[Κύπρις]] Κόλουθ. 98.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />aux doigts de roses.<br />'''Étymologie:''' [[ῥόδον]], [[δάκτυλος]].
}}
}}