Anonymous

σταδαῖος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_4)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στᾰδαῖος''': -α, -ον, ([[στάδην]]) ὁ ἱστάμενος [[ὄρθιος]], [[Ζεὺς]] στ., ἕτοιμος νὰ ἐξακοντίσῃ τὸν κεραυνόν του, Αἰσχύλ. Θήβ. 513˙ στ. ἔγχη, δόρατα πρὸς τὴν ἐκ τοῦ [[συστάδην]] μάχην, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ [[μακρόθεν]] βαλλόμενα (πρβλ. [[στάδιος]] Ι), ὁ αὐτ. ἐν Πέρσ. 240˙ στ. [[σῶμα]], σταθερόν, εὐσταθές, ἐπὶ τοῦ κύβου, Τίμ. Λοκρ. 98C, Ἡσύχ.
|lstext='''στᾰδαῖος''': -α, -ον, ([[στάδην]]) ὁ ἱστάμενος [[ὄρθιος]], [[Ζεὺς]] στ., ἕτοιμος νὰ ἐξακοντίσῃ τὸν κεραυνόν του, Αἰσχύλ. Θήβ. 513˙ στ. ἔγχη, δόρατα πρὸς τὴν ἐκ τοῦ [[συστάδην]] μάχην, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ [[μακρόθεν]] βαλλόμενα (πρβλ. [[στάδιος]] Ι), ὁ αὐτ. ἐν Πέρσ. 240˙ στ. [[σῶμα]], σταθερόν, εὐσταθές, ἐπὶ τοῦ κύβου, Τίμ. Λοκρ. 98C, Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />qui convient à l’attitude droite : σταδαῖα ἔγχη ESCHL armes pour combattre de pied ferme ; Ζεὺς [[σταδαῖος]] ESCHL Zeus qui préside aux combats de pied ferme.<br />'''Étymologie:''' [[στάδην]].
}}
}}