Anonymous

πυγαῖος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_4)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πῡγαῖος''': -α, -ον, ([[πυγή]]) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν πυγὴν ἢ ὁ ἐν τῇ πυγῆ, Ι. τὸ πυγαῖον = ἡ [[πυγή]], Ἱππ. π. Ἄρθρ. 823, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 35· τὸ π. [[ἄκρον]], ἐπὶ πτηνοῦ, Ἡρόδ. 2. 76· - [[ὡσαύτως]] ἡ πυγαία, [[Πολυδ]]. Β΄, 183. ΙΙ. πυγαῖα, τὰ, ἐν τῇ Ἀρχιτεκτονικῇ, ἡ βάσις κίονος, ἀλλαχοῦ [[σπεῖρα]]· «πυγαῖα· τὰς σπείρας τῶν κιόνων» Ἡσύχ. 2) «τοῦ σώματος ἡμῶν τὰ κατὰ τὸ ἱερὸν [[ὀστοῦν]]» Σουΐδ. καὶ Ἡσύχ. ἐν λ. πυγαῖα. ΙΙΙ. «[[πυγαῖος]], ὁ [[ἀκόλαστος]]» Σουΐδ. ἐν λ. πυγαία.
|lstext='''πῡγαῖος''': -α, -ον, ([[πυγή]]) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν πυγὴν ἢ ὁ ἐν τῇ πυγῆ, Ι. τὸ πυγαῖον = ἡ [[πυγή]], Ἱππ. π. Ἄρθρ. 823, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 35· τὸ π. [[ἄκρον]], ἐπὶ πτηνοῦ, Ἡρόδ. 2. 76· - [[ὡσαύτως]] ἡ πυγαία, [[Πολυδ]]. Β΄, 183. ΙΙ. πυγαῖα, τὰ, ἐν τῇ Ἀρχιτεκτονικῇ, ἡ βάσις κίονος, ἀλλαχοῦ [[σπεῖρα]]· «πυγαῖα· τὰς σπείρας τῶν κιόνων» Ἡσύχ. 2) «τοῦ σώματος ἡμῶν τὰ κατὰ τὸ ἱερὸν [[ὀστοῦν]]» Σουΐδ. καὶ Ἡσύχ. ἐν λ. πυγαῖα. ΙΙΙ. «[[πυγαῖος]], ὁ [[ἀκόλαστος]]» Σουΐδ. ἐν λ. πυγαία.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />des fesses ; τὸ πυγαῖον [[ἄκρον]] croupion.<br />'''Étymologie:''' [[πυγή]].
}}
}}